πυρηνοληψία

πυρηνοληψία
η, Ν
(γεωλ.-ωκεαν.) τεχνική που χρησιμοποιείται στις υπεδαφικές ή υποθαλάσσιες έρευνες και διασκοπήσεις με τη λήψη πυρήνων-δειγμάτων από τον βυθό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυρήνας + λήψη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”